Μια εισαγωγή στο «λεξικό» της ΛΟΑΤKI+ κοινότητας
Ας ξεκαθαρίσουμε τις διαφορές μεταξύ “gay” και “queer” και ας δούμε μερικές βασικές έννοιες από το λεξικό της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.
Τι σημαίνει Gay (Γκέι);
Αναφέρεται σε άτομα (κυρίως άνδρες, αλλά όχι αποκλειστικά) που ελκύονται συναισθηματικά, ρομαντικά και/ή σεξουαλικά από άτομα του ίδιου φύλου. Είναι ένας πιο συγκεκριμένος όρος που περιγράφει μια συγκεκριμένη σεξουαλική ταυτότητα. Έχει μια μακρά ιστορία και είναι ευρέως αποδεκτός και κατανοητός, ιδίως σε Αμερική και Δυτική Ευρώπη.
Παίξε μαλακία: Πρωτοχρονιάτικη παρτούζα
Τι σημαίνει Queer;
Είναι ένας όρος “ομπρέλα” που περιλαμβάνει άτομα που δεν είναι ετεροφυλόφιλα ή cisgender (δηλαδή, η ταυτότητα φύλου τους αντιστοιχεί στο φύλο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση). Μπορεί να περιλαμβάνει λεσβίες, γκέι, αμφιφυλόφιλους, τρανς, non-binary άτομα, ασεξουαλικούς, πανσεξουαλικούς και πολλούς άλλους.
Έχει μια πιο πολιτική χροιά και συχνά χρησιμοποιείται για να αμφισβητήσει τις παραδοσιακές νόρμες φύλου και σεξουαλικότητας. Στο παρελθόν, ο όρος “queer” χρησιμοποιούνταν ως προσβολή, αλλά έχει επανοικειοποιηθεί από την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ+ και χρησιμοποιείται με περηφάνια από πολλούς. Κάποιοι αποφεύγουν να χρησιμοποιούν τον όρο “queer” για τον εαυτό τους, καθώς θυμούνται την προσβλητική του χρήση στο παρελθόν. Είναι σημαντικό να σεβόμαστε τις προτιμήσεις του κάθε ατόμου.
Παίξε μαλακία: Παρτούζα σε ξενοδοχείο
Συνοψίζοντας:
1. Το “Gay” είναι μια συγκεκριμένη σεξουαλική ταυτότητα.
2. Το “Queer” είναι ένας πιο γενικός όρος που καλύπτει ένα ευρύτερο φάσμα σεξουαλικών και έμφυλων ταυτοτήτων που δεν συμμορφώνονται με τις ετεροκανονικές και cisnormative νόρμες.
Εισαγωγή στο “Λεξικό” της ΛΟΑΤΚΙ+ Κοινότητας:
Ακολουθούν μερικοί βασικοί όροι που είναι σημαντικό να γνωρίζετε:
ΛΟΑΤΚΙ+ (LGBTQIA+): Ακρωνύμιο που περιλαμβάνει:
Λ: Λεσβίες (Lesbian)
Ο: Ομοφυλόφιλοι Άνδρες (Gay)
Α: Αμφιφυλόφιλοι (Bisexual)
Τ: Transgender (Τρανς)
Κ: Queer (Κουήρ) / Questioning (Αμφισβητούντες)
Ι: Intersex (Διαφυλικοί)
A: Asexual (Ασεξουαλικοί) / Aromantic (Αρωματικοί) / Agender (Άφυλοι)
+: Συμπεριλαμβάνει και άλλες ταυτότητες και σεξουαλικότητες.
Cisgender: Άτομο του οποίου η ταυτότητα φύλου αντιστοιχεί στο φύλο που του αποδόθηκε κατά τη γέννηση.
Transgender (Τρανς): Άτομο του οποίου η ταυτότητα φύλου διαφέρει από το φύλο που του αποδόθηκε κατά τη γέννηση.
Non-binary (Μη δυαδικό): Άτομο του οποίου η ταυτότητα φύλου δεν είναι αποκλειστικά άνδρας ή γυναίκα.
Αμφιφυλόφιλος (Bisexual): Άτομο που ελκύεται από άτομα και των δύο φύλων.
Ασεξουαλικός (Asexual): Άτομο που δεν βιώνει σεξουαλική έλξη.
Intersex (Διαφυλικός): Άτομο που γεννιέται με χαρακτηριστικά φύλου που δεν ταιριάζουν με τις τυπικές ορισμούς του ανδρικού ή του γυναικείου φύλου.
Gender Identity (Ταυτότητα Φύλου): Η εσωτερική αίσθηση ενός ατόμου για το φύλο του.
Gender Expression (Έκφραση Φύλου): Ο τρόπος με τον οποίο ένα άτομο εκφράζει το φύλο του εξωτερικά, μέσω της εμφάνισης, της συμπεριφοράς και άλλων τρόπων.
Sexual Orientation (Σεξουαλικός Προσανατολισμός): Η έλξη ενός ατόμου προς άλλα άτομα, η οποία μπορεί να είναι συναισθηματική, ρομαντική ή σεξουαλική.
Με τον γενικό όρο ΛΟΑΤΚΙ+ αναφερόμαστε σε πολλά διαφορετικά είδη ανθρώπινης συμπεριφοράς
Σημαντικό: Η γλώσσα είναι συνεχώς εξελισσόμενη και οι προσωπικές προτιμήσεις έχουν σημασία. Είναι πάντα καλύτερο να ρωτάτε τους ανθρώπους πώς προτιμούν να τους αποκαλούν και να σέβεστε τις επιλογές τους.
Ο Queer εκτός του ότι τον παίρνει, ενίοτε και τον δίνει. Μην το ξεχνάμε αυτό.
Φιλαράκια, για πείτε κανένα τηλέφωνο να ρίξουμε έναν πούτσο;